21/12/20

Η ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ: Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο και τα Χριστούγεννα

 Διονύσης Π. Σιμόπουλος

Η αποψινή νύχτα θα είναι η μεγαλύτερη του έτους (με διάρκεια 14,5 ωρών περίπου) αφού στις 12:02 το μεσημέρι (της 21ης Δεκεμβρίου) ο Ήλιος θα φτάσει στο σημείο της ετήσιας τροχιάς του που ονομάζεται «Χειμερινό Ηλιοστάσιο» και θ’ αρχίσει και πάλι να αναρριχάται όλο και πιο ψηλά στον ουρανό σηματοδοτώντας επίσημα την έναρξη της εποχής του Χειμώνα. Ημερολογιακά το Χειμερινό Ηλιοστάσιο κυμαίνεται σήμερα μεταξύ της 20ης και 23ης Δεκεμβρίου, αν και η τελευταία φορά που είχαμε το Χειμερινό Ηλιοστάσιο στις 23 Δεκεμβρίου ήταν το 1903 και η επόμενη θα είναι το 2303. Ακόμη πιο σπάνια είναι η 20η Δεκεμβρίου με την επόμενη να συμβαίνει το 2080. Οι διαφοροποιήσεις αυτές οφείλονται στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο του οποίου το κάθε έτος έχει 365 ημέρες εκτός από τα δίσεκτα έτη με τις 366 ημέρες τους. Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν πάντα έτσι. Ας τα πάρουμε, λοιπόν, από την αρχή.

Από την αρχαιότητα ακόμη ο υπολογισμός του Έτους έγινε με την παρατήρηση της επίδρασης που έχει πάνω στη Γη η περιφορά της γύρω από τον Ήλιο, η επίδραση δηλαδή του κύκλου των εποχών, της επαναλαμβανόμενης παρέλασης της Άνοιξης, του Καλοκαιριού, του Φθινόπωρου και του Χειμώνα! Οι εποχιακές αυτές αλλαγές είχαν για τους αρχαίους τεράστια σημασία, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την εμφάνιση της γεωργίας πριν από 10.000 περίπου χρόνια. Γι' αυτό, κι επειδή η σπορά, η συγκομιδή και οι άλλες γεωργικές ασχολίες εξαρτιόνταν από τις αλλαγές των εποχών, η διάρκεια ενός ηλιακού έτους έπρεπε να μετρηθεί επακριβώς.
Η Γη συμπληρώνει μία πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο σε περίπου 365,25 ημέρες, εμείς όμως δεν αισθανόμαστε την κίνηση αυτή, αν και την βλέπουμε να αντικαθρεφτίζεται στον ουρανό όπου, παρ’ όλο που ο Ήλιος είναι ακίνητος, εμάς μας φαίνεται ότι κινείται, από τη Δύση προς την Ανατολή, λόγω ακριβώς της κίνησης της Γης πάνω στην τροχιά της. Κάθε μέρα η Γη βρίσκεται σε διαφορετική θέση από αυτήν που βρισκόταν την προηγουμένη. Έτσι από κάθε νέα θέση αντικρίζουμε τον Ήλιο από διαφορετική γωνία κι έτσι μας φαίνεται ότι ο Ήλιος βρίσκεται μπροστά από διαφορετικά άστρα. Κάθε φορά που η Γη συμπληρώνει μία πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο, μας φαίνεται ότι ήταν ο Ήλιος αυτός που συμπλήρωσε έναν κύκλο γύρω από τη Γη, πάνω στην εκλειπτική. Η εκλειπτική δηλαδή δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απεικόνιση, ή η προέκταση πάνω στην ουράνια σφαίρα, της γήινης τροχιάς γύρω από τον Ήλιο.
Αν παρατηρήσουμε την εκλειπτική και τη συγκρίνουμε με τον ουράνιο ισημερινό (την προέκταση του γήινου ισημερινού πάνω στην ουράνια σφαίρα), θα δούμε ότι οι δύο αυτοί κύκλοι δε συμπίπτουν, αλλά αντίθετα τέμνονται, σχηματίζοντας γωνία ίση με 23,5 περίπου μοίρες, λόγω της κλίσης που έχει ο άξονας της Γης σε σχέση με το επίπεδο που σχηματίζει η εκλειπτική. Η γωνία αυτή ονομάζεται «λόξωση της εκλειπτικής», και τα δύο σημεία στα οποία τέμνονται οι δύο κύκλοι ονομάζονται «ισημερινά σημεία». Στο πρώτο σημείο ο ουράνιος ισημερινός τέμνει την εκλειπτική εκεί όπου ο Ήλιος βρίσκεται στις 20-21 Μαρτίου. Το σημείο αυτό ονομάζεται «εαρινό ισημερινό σημείο», κι από την ημέρα αυτή αρχίζει η Άνοιξη. Εκ διαμέτρου αντίθετα η τομή γίνεται όταν ο Ήλιος βρίσκεται στις 22-23 Σεπτεμβρίου. Το σημείο αυτό ονομάζεται «φθινοπωρινό ισημερινό σημείο», και από την ημέρα αυτή αρχίζει το Φθινόπωρο.
Από το εαρινό ισημερινό σημείο και μετά, ο Ήλιος φαίνεται να σκαρφαλώνει όλο και πιο πάνω στο βόρειο ημισφαίριο του ουρανού. Οι μέρες μεγαλώνουν, οι νύχτες μικραίνουν και ο καιρός γίνεται όλο και πιο θερμός. Περίπου τρεις μήνες αργότερα, στις 20-21 Ιουνίου, ο Ήλιος φτάνει στο βορειότερο σημείο της εκλειπτικής από το οποίο θα αρχίσει πλέον να κατέρχεται, «τρεπόμενος» και πάλι προς τον ισημερινό. Το σημείο αυτό, στις 20-21 Ιουνίου, ονομάζεται θερινό τροπικό σημείο ή απλά θερινή τροπή, επειδή ο Ήλιος τρέπεται και πάλι προς τον ισημερινό, και από την ημέρα αυτή αρχίζει το καλοκαίρι. Επειδή μάλιστα για μερικές ημέρες πριν και μετά τη θερινή τροπή ο Ήλιος φαίνεται να αργοστέκεται πάνω στην εκλειπτική σαν να είναι έτοιμος να σταματήσει, το θερινό τροπικό σημείο ονομάζεται επίσης και θερινό ηλιοστάσιο.
Μετά τη θερινή τροπή, ο Ήλιος συνεχίζει να κατεβαίνει προς το Νότο, και στις 22-23 Σεπτεμβρίου φτάνει στο φθινοπωρινό ισημερινό σημείο, οπότε, όπως και στο εαρινό ισημερινό σημείο, έχουμε ίση μέρα και νύχτα: ισημερία. Αλλά η κάθοδος του Ήλιου συνεχίζεται, μέχρις ότου, στις 21-22 Δεκεμβρίου, φτάνει στο νοτιότερο σημείο της τροχιάς του που ονομάζεται χειμερινό τροπικό σημείο, ή απλά χειμερινή τροπή ή χειμερινό ηλιοστάσιο. Από την ημέρα αυτή αρχίζει ο Χειμώνας. Αλλά από κει κι έπειτα ο Ήλιος σταματάει να κατέρχεται και ξαναρχίζει και πάλι να σκαρφαλώνει, κάθε μέρα όλο και πιο ψηλά.
Φυσικά σήμερα εμείς γνωρίζουμε ότι αιτία των εποχών του έτους είναι η κλίση των 23,5 μοιρών που έχει ο άξονας της Γης σε σχέση με το επίπεδο της τροχιάς της γύρω από τον Ήλιο. Πράγμα που αντικαθρεφτίζεται όπως είπαμε στον ουράνιο θόλο, με αποτέλεσμα η εκλειπτική να τέμνει τον ουράνιο ισημερινό με την ίδια γωνία των περίπου 23,5 μοιρών. Έτσι στη διάρκεια του Χειμώνα, οι ακτίνες του Ήλιου πέφτουν πάνω στο βόρειο ημισφαίριο της Γης με πλάγιο τρόπο, ενώ συμβαίνει το αντίθετο στο νότιο ημισφαίριο οπότε εκεί έχουν Καλοκαίρι. Στη διάρκεια της Άνοιξης ο Ήλιος βρίσκεται ακριβώς πάνω από τον ισημερινό της Γης, οπότε και τα δύο ημισφαίρια παίρνουν με τον ίδιο τρόπο της ζωογόνες ακτίνες του Ήλιου. Στη διάρκεια του Καλοκαιριού ο Ήλιος ευνοεί το βόρειο ημισφαίριο, οι ακτίνες του πέφτουν πάνω μας περισσότερο κάθετα, και ενώ εμείς έχουμε Καλοκαίρι, στο νότιο ημισφαίριο έχουν Χειμώνα. Τέλος, το Φθινόπωρο, ο Ήλιος βρίσκεται και πάλι πάνω από το γήινο ισημερινό, με ισομερή κατανομή της θερμότητας και στα δύο ημισφαίρια.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο που ο Ήλιος λατρεύτηκε από τους αρχαίους σαν θεός, μια που γι' αυτούς ο Ήλιος ήταν ο δημιουργός των εποχών του έτους και του κύκλου των φαινομένων και των εναλλαγών που σχετίζονται με αυτές, από τη σπορά ως τη βλάστηση και από την ανθοφορία ως τη συγκομιδή. Οι Αιγύπτιοι τον ονόμασαν Ρα, Ατόν, ή και Όσιρη ακόμη. Οι Βαβυλώνιοι τον αποκαλούσαν Σαμάχ, Βαάλ, Μαρδούκ και Νεργκάλ. Οι Ινδοί Βράχμα και Βισνού. Και οι Πέρσες Μίθρα. Για τους αρχαίους Έλληνες, κατά περιστάσεις, ήταν ο Δίας ή ο Πλούτων, ο Βάκχος, ο Διόνυσος, ή και ο Φοίβος Απόλλων. Ανεξάρτητα όμως από την ονομασία που του δόθηκε, όλοι ανεξαιρέτως οι λαοί καθιέρωσαν προς τιμή του Ήλιου, περίφημες και πολλές γιορτές, ιδιαίτερα στις περιόδους των εναλλαγών από τη μια εποχή στην άλλη.
Οι μεγαλύτερες από τις γιορτές αυτές γίνονταν σε όλες τις χώρες και τις φυλές στην εποχή του χειμερινού ηλιοστάσιου, στις 25 Δεκεμβρίου. Ήταν η γιορτή της γέννησης του Ήλιου, και όχι αδικαιολόγητα. Γιατί όσο ο χειμώνας πλησίαζε και ο Ήλιος του μεσημεριού φαινόταν όλο και πιο χαμηλά στον ορίζοντα, τόσο και οι μέρες μίκραιναν και το κρύο αύξανε. Ήταν η σκληρή εποχή για τον άνθρωπο με τις πολύ μικρές ημέρες και τις ατέλειωτες νύχτες. Οι φροντίδες πολλαπλασιάζονταν, οι ανησυχίες αυξάνονταν και ένα αόριστο συναίσθημα φόβου καταλάμβανε τον αρχαίο άνθρωπο με τα ανύπαρκτα σχεδόν αμυντικά του μέσα και τις περιορισμένες πηγές διατροφής.
Γι' αυτό αναπέμπονταν προσευχές και ιερές παρακλήσεις, ανάβονταν φωτιές και προσφέρονταν θυσίες προς το θεό Ήλιο για να μη χαθεί οριστικά από τον ορίζοντα. Και πράγματι: μετά από μικρό δισταγμό ο θεός ενέδιδε. Στο κατώτατο σημείο του, στον αστερισμό του Αιγόκερου, στις πύλες του Ήλιου όπως τον ονόμαζαν οι Χαλδαίοι, «άλλαζε» απόφαση, άρχιζε να σκαρφαλώνει και πάλι προς τα πάνω, και οι μέρες μεγάλωναν. Μια νέα τάξη πραγμάτων θα έμπαινε και πάλι, ωραία όπως και στα προηγούμενα χρόνια, οπότε η Γη θα ανθοφορούσε ξανά χάρη στις ζωογόνες ακτίνες του Ήλιου. Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο το γεγονός ότι οι αρχαίοι λαοί γιόρταζαν ιδιαίτερα τις μέρες αυτές του χειμερινού ηλιοστασίου. Και αυτή την παράδοση των αρχαίων λαών συνέχισαν οι Έλληνες με τα Κρόνια, και ιδιαίτερα οι Ρωμαίοι με τα Σατουρνάλια και τα Βρουμάλια και την κεντρική γιορτή της 25ης Δεκεμβρίου "Dies Natalis Invicti Solis", δηλαδή την «Ημέρα της Γέννησης του Αήττητου Ήλιου».
Τα Σατουρνάλια ήταν η αρχαιότερη γιορτή των Ρωμαίων και την απέδιδαν στον Ρωμύλο ή στους Πελασγούς. Ξεχώρισε όμως από τις άλλες αγροτικές γιορτές τους το 217 π.Χ. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αηττήτου ηλίου» στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του ήλιου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Την 1η Ιανουαρίου γιορτάζονταν οι Καλένδες, στις 3 τα Βότα, στις 4 τα Λορεντάλια και στις 7 Ιανουαρίου τελείωνε η περίοδος αυτή των εορτών.
Επειδή λοιπόν οι πρώτοι χριστιανοί ήταν εκτός νόμου στη Ρώμη, και δεν τους επιτρεπόταν να συναντιούνται ή να εκκλησιάζονται μαζί οι συναντήσεις τους γίνονταν κρυφά και σε μικρές ομάδες στις κατακόμβες τους, όπου και τελούσαν τις θρησκευτικές τους εορτές. Για να αποφύγουν, λοιπόν, τους διωγμούς αποφάσισαν να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι Ρωμαίοι ήταν απασχολημένοι με τις δικές τους γιορτές των Σατουρναλίων. Μ’ αυτόν τον τρόπο ήλπιζαν να μην ανακαλυφτούν από τους εορτάζοντες Ρωμαίους.
Θα αναρωτιέστε, όμως, γιατί το χειμερινό ηλιοστάσιο δεν συμβαίνει σήμερα στις 25 Δεκεμβρίου, όπως στην εποχή του Χριστού, αλλά στις 21-22 Δεκεμβρίου; Το πρόβλημα αρχίζει με το Ιουλιανό Ημερολόγιο που εισήγαγε ο Ιούλιος Καίσαρ το 44 π.Χ. που είχε όμως κι αυτό τις δικές του ατέλειες γιατί έχανε μία ημέρα κάθε 128 χρόνια. Το Ιουλιανό λοιπόν ημερολόγιο είχε θεσπίσει το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 25 Δεκεμβρίου, αλλά με την πάροδο των ετών το προστιθέμενο μικρό λάθος είχε μεταθέσει την πραγματική ημερομηνία της χειμερινής τροπής. Έτσι λοιπόν το 325 μ.Χ. το έτος που έγινε η Σύνοδος της Νίκαιας, το χειμερινό ηλιοστάσιο είχε μετατεθεί και συνέβαινε στις 22 Δεκεμβρίου. Η μετάθεση όμως του Χειμερινού Ηλιοστασίου συνεχίστηκε χωρίς να διορθωθεί μέχρι και το έτος 1582, οπότε η χειμερινή τροπή συνέβαινε στις 12 Δεκεμβρίου.
Τότε ο Πάπας Γρηγόριος 13ος εισήγαγε μία νέα μεταρρύθμιση, γι’ αυτό και το νέο ημερολόγιο, αυτό που χρησιμοποιούμε σήμερα, ονομάζεται Γρηγοριανό, και χάνει μία μόνον ημέρα στα 4.000 χρόνια. Για να γίνει μια καινούρια αρχή, η Γρηγοριανή μεταρρύθμιση έτρεψε τη θέση του ημερολογίου προς τα εμπρός με βάση το έτος της Συνόδου στη Νίκαια κι όχι το έτος εισαγωγής του Ιουλιανού ημερολογίου, το 44 π.Χ. Γι’ αυτό και το Χειμερινό Ηλιοστάσιο συμβαίνει σήμερα στις 22 Δεκεμβρίου, και ο πρωταρχικός λόγος για τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έχει πιά χαθεί.
Πρέπει να σημειώσουμε επίσης και το γεγονός ότι οι διάφορες πρωτοχριστιανικές εκκλησίες γιόρταζαν τα Χριστούγεννα σε διαφορετικές ημερομηνίες, μερικές μάλιστα δεν τα γιόρταζαν καθόλου. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, είναι ο πρώτος που αναφέρει την εορτή των Χριστουγέννων. Στη μνεία που κάνει μας πληροφορεί ότι μερικοί γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 20 Μαΐου, άλλοι στις 19 ή 20 Απριλίου, ενώ ο ίδιος ο Κλήμης γιόρταζε τα Χριστούγεννα στις 17 Νοεμβρίου. Εκτός από αυτές τις ημερομηνίες, άλλες μαρτυρίες μας πληροφορούν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων ετελείτο επίσης και στις 25 Μαρτίου και στις 29 Σεπτεμβρίου. Σε τι στοιχεία όμως βάσιζαν τον εορτασμό στις ημερομηνίες αυτές είναι σήμερα πιά άγνωστο.
Η 25η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε σαν επίσημη ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων, για πρώτη φορά στη Ρώμη κατά τα μέσα περίπου του 4ου μ.Χ. αιώνα, ενώ κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου ξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Ανατολή εκτός από την Αρμενία όπου διατηρήθηκε ο συνεορτασμός στις 6 Ιανουαρίου.
Ο εορτασμός όμως των Χριστουγέννων την ίδια ημέρα που οι εθνικοί γιόρταζαν τα δικά τους Σατουρνάλια ή Κρόνια είχε και τις δυσμενείς του επιπτώσεις. Γιατί, σιγά-σιγά, και ιδιαίτερα μεταξύ του 5ου και 8ου αιώνα, πολλά από τα απαράδεκτα για την εκκλησία έθιμα των αρχαίων εορτασμών πέρασαν και στην Χριστιανική εορτή και ιδιαίτερα στο Βυζάντιο «όπου ο λαός τα ακολουθούσε με υπερβολή και γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας ή οι Κανόνες των Συνόδων τα πολεμούσαν». Το 729 μ.Χ. μάλιστα ο Πάπας Ζαχαρίας αναγκάστηκε να απαγορεύσει με αυστηρότητα τους εορτασμούς των Χριστουγέννων του τύπου των αρχαίων Καλενδών.
Εντούτοις πολλά από τα έθιμα αυτά των Σατουρναλίων και των Καλενδών που διαρκούσαν 12 συνολικά ημέρες, διατηρούνται ακόμη και σήμερα στους εορτασμούς του «Δωδεκαημέρου» του χρονικού δηλαδή διαστήματος μεταξύ των δυο μεγάλων ακινήτων εορτών της Χριστιανοσύνης των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, και των Θεοφανίων στις 6 Ιανουαρίου.
Τα πρώτα χρόνια η Εκκλησία δεν ενέκρινε φυσικά τους πανηγυρισμούς, σαν τρόπο εορτασμού της γέννησης του Σωτήρα. Στην Αγγλία μάλιστα του 17ου αιώνα, η Εκκλησία ήταν τόσο αυστηρή ώστε στρατιώτες επιτηρούσαν τους δρόμους και μύριζαν τον αέρα. Οποιοσδήποτε μαγείρευε χριστουγεννιάτικο χοιρομέρι συλλαμβανόταν και γινόταν κατάσχεση του φαγητού. Παρόμοιοι νόμοι ίσχυαν και σε μερικές αποικίες στην Αμερική.
Μια σύγχρονη Χριστουγεννιάτικη συνήθεια είναι και η ανταλλαγή δώρων. Και αυτό ακόμη το έθιμο ανάγεται στην εποχή των Σατουρναλίων. Οι Ρωμαίοι έδιναν δώρα ο ένας στον άλλον καθώς και στους φτωχούς.
Το σύγχρονο σύμβολο της υπερ-καταναλωτικής εμπορευματοποίησης των Χριστουγέννων είναι ο Σάντα-Κλως, ο οποίος λανθασμένα στην Ελλάδα έχει ταυτιστεί με τον Αη-Βασίλη. Η γενεολογική προέλευσή του είναι ο Άγιος Νικόλαος, ο επίσκοπος του 4ου μ.Χ. αιώνα και φύλακας-άγγελος των παιδιών, καθώς επίσης και ο Όντιν ένας από τους θεούς των Νορβηγών. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Όντιν με το οχτάποδο άλογό του, διέσχιζε τον παγωμένο βορρά την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου σκορπώντας δώρα στα παιδιά που κοιμόντουσαν.
Το ομορφότερο όμως σύμβολο των Χριστουγέννων είναι χωρίς αμφιβολία το χριστουγεννιάτικο δέντρο, κάτι που ήταν σπάνιο πριν από έναν αιώνα. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία στο τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα αλλά δεν ήταν ιδιαίτερα στολισμένο. Ακόμη και στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν σπάνια και τοποθετούνταν μόνο στις Εκκλησίες. Μερικές μάλιστα φορές οι εκκλησίες επέβαλαν και την πληρωμή εισιτηρίου σε όσους ήθελαν να το δουν.
Στις αρχές του 20ου αιώνα τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα στολίζονταν με κάθε είδους στολίδια, κυρίως φαγώσιμα, καθώς επίσης και με κεριά. Και έτσι φθάσαμε να θεωρούμε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο σαν το τέλειο σύμβολο των Χριστουγέννων. Το δέντρο είναι αειθαλές για να συμβολίζει την ζωή που δεν υπάρχει το Χειμώνα. Στολίζεται δε με κεριά, ή ηλεκτρικά φώτα, που συμβολίζουν τον Ήλιο και την αναγέννησή του. Τα δώρα τοποθετούνται κάτω από το δέντρο και ο εορτασμός γίνεται στο ίδιο ή το διπλανό δωμάτιο. Και είναι ακριβώς στις συνήθειες αυτές που βρίσκουμε την απάντηση στην ερώτηση ως προς το γιατί γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου.
Κι έτσι ακόμη και σήμερα πολλά από τα έθιμα των Σατουρναλίων και των Καλενδών που διαρκούσαν 12 συνολικά ημέρες, διατηρούνται στους εορτασμούς του «Δωδεκαημέρου» του χρονικού δηλαδή διαστήματος μεταξύ των δυο μεγάλων ακινήτων εορτών της Χριστιανοσύνης των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, και των Θεοφανίων στις 6 Ιανουαρίου.
ΥΓ. Για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα για τα Χριστούγεννα μπορούν να “κατεβάσουν” δωρεάν το βιβλίο μου “Το Άστρο των Χριστουγέννων” από τον ιστότοπο του Ιδρύματος Ευγενίδου: https://www.eef.edu.gr/media/2644/e_s00011.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου